Η Helen Mirren έσκισε την τεχνητή νοημοσύνη σαν χασέ

Η Helen Mirren έσκισε την τεχνητή νοημοσύνη σαν χασέ 1

Η ανυπέρβλητη ηθοποιός και πιονέρισσα του αδάμαστου πνεύματος, σε μια πρόσφατη βράβευσή της χρησιμοποίησε την αβαθή ευκολία του ΑΙ για τον ευχαριστήριο λόγο της, ακριβώς για να αποδοκιμάσει τα άνευρα νοήματα, τους εύκολους συνειρμούς και τους κουτούς συσχετισμούς. Όχι, δεν είναι Λουδίτισσα.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

«Μήπως τα social media έχουν γίνει πλέον σαν την τηλεόραση; Δεν είναι κάπως αφόρητα πληκτικά; Δηλαδή μπαίνεις και στα τρία λεπτά η εμπειρία είναι σαν το ζάπινγκ. Δηλαδή very retro πλέον» γράφει ένας διαυγής και ηλιόλουστος φίλος σε μια τετραπλή, πριβέ συνομιλία, στο μέσετζερ, τις προάλλες και πριν καν προλάβουμε να σκεφτούμε οι υπόλοιποι δύο της ομάδας, ο τρίτος έχει παραγγείλει το θέμα στο ChatGPT και καταφτάνει κατεβατό:

«Ήταν κάποτε τα σόσιαλ μίντια μια πηγή ανεξάντλητης δημιουργικότητας, μια ψηφιακή πλατφόρμα όπου κάθε φωνή μπορούσε να αντηχήσει ελεύθερα και κάθε ιδέα να απλωθεί χωρίς φρένα. Τα Instagram stories, οι ζωντανές μεταδόσεις στο Facebook και οι εξυπνάδες στο Twitter παρείχαν μια καθημερινή δόση νέων προοπτικών και εναλλακτικών δρόμων για να περάσουμε τον χρόνο μας. Σήμερα όμως, τα ίδια εργαλεία φαίνονται να έχουν υποκύψει στην παγιωμένη κουλτούρα των παραδοσιακών μέσων, μετατρέποντας την προηγούμενη φρεσκάδα σε καθημερινή μονοτονία.

»Πώς φτάσαμε ως εδώ; Η απάντηση είναι απλή: Ο κόσμος των σόσιαλ μίντια έγινε ένας αγώνας δρόμου για την παραγωγή περιεχομένου, όπου η ποσότητα υπερτερεί επί της ποιότητας. Και σ' αυτή τη μάχη για likes και followers, η πρωτοτυπία παίρνει την πίσω θύρα».

Το μόνο που μαρτυρά τον δυαδικό, μη ανθρώπινο νου της τεχνητής νοημοσύνης στο παραπάνω κείμενο είναι η φράση «παίρνει την πίσω θύρα», ακροβατώντας ανάμεσα στο χαζούτσικο και το λάθος. Όλο το άλλο μοιάζει σωστό, ευθυγραμμισμένο με την επιχειρηματολογία του γραπτού λόγου. Όμως, δεν είναι.

Η ΑΙ έχει κυριαρχήσει στο παρασκήνιο της επικοινωνίας ορίζοντας τις φράσεις του καιρού μας μέσα από τον «ασύμφωνο» χαρακτήρα της –έι άι, ούτε ένα σύμφωνο, μόνο φωνήεντα.

Η Helen Mirren, το βράδυ των βραβείων της Αμερικανικής Κινηματογραφικής Ακαδημίας, στο γκαλά του Beverly Hilton, άρχισε να διαβάζει τον ευχαριστήριο λόγο της από ένα κομμάτι χαρτί.

YouTube video player

«Κυρίες και κύριοι και εκλεκτοί καλεσμένοι και αγαπητοί φίλοι, είμαι βαθιά ευγνώμων και νιώθω βαθιά τιμή που βρίσκομαι σήμερα μπροστά σας και αποδέχομαι αυτό το εξαιρετικό βραβείο. Το να αναγνωρίζεται κανείς για μια ζωή αφιερωμένη στην τέχνη της υποκριτικής είναι ένα προνόμιο πέρα από κάθε λέξη» τόνισε δραματικά κοιτώντας το κοινό της στα μάτια.

«Πρώτα απ’ όλα, θέλω να εκφράσω την ειλικρινή μου ευγνωμοσύνη προς τη βιομηχανία και τα άτομα που με στήριξαν καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του απίστευτου ταξιδιού. Είναι μια ζωή γεμάτη πάθος, προκλήσεις και πάνω απ’ όλα μια αδιάλλακτη αγάπη για την τέχνη της αφήγησης».

Στη συνέχεια πρόσθεσε εμφατικά «αυτός ο λόγος γράφτηκε από την τεχνητή νοημοσύνη», προτού σκίσει στα δυο, με μια κοφτή και αποφασισμένη κίνηση την ομιλία και αφήσει τα κομμάτια χαρτιού να πέσουν στο πάτωμα της σκηνής.

 

Η στιγμή έγινε δεκτή με χειροκροτήματα και επευφημίες ενώ τα δύο χέρια της ηθοποιού έμειναν, για λίγα λεπτά, ανοιγμένα στον αέρα ενισχύοντας τη παραστατική δήλωσή της.

Η Helen Mirren ανήκει στους Baby Boomers, οι οποίοι γεννήθηκαν από το 1946 έως το 1964, περίπου, όταν ένα παλιρροϊκό κύμα γεννήσεων δημιούργησε τη γενιά -γνωστών ως Boomers, μια καθιέρωση μέσω της ατάκας της ακτιβίστριας για το κλίμα, Greta Thunberg.

Αυτή η μαζική γενιά ενηλικιώθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σε μια εποχή οικονομικής ανόδου, αναστήλωσης του lifestyle και δημιουργίας των πρώτων προαστίων. Οι Boomers διαμορφώθηκαν σε μια περίοδο μαζικών, κοινωνικών αλλαγών. Τα βασικά γεγονότα που τους επηρέασαν είναι, σε γενικές γραμμές, το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, ο Ψυχρός Πόλεμος, η αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960, ο πόλεμος του Βιετνάμ, ενώ είναι γνωστοί για τον αντίκτυπο που είχαν στην εργασιακή ηγεσία. Είναι επίσης οι γονείς των Millennials.

Από την άλλη, η τεχνητή νοημοσύνη αφορά, κυρίως, τους γηγενείς του ίντερνετ –είναι απολύτως λογική και δικαιολογημένη η στάση της Mirren στο θέμα. Πολλοί από εμάς, ακόμα, τους Gen X, θα ήθελαν να αντιδράσουν το ίδιο, να σκίσουν την AI σαν χασέ.

Να εξηγηθώ για να μην παρεξηγηθώ ως ξεχασμένη, οπαδός του Λουδισμού. Στο νέο βιβλίο του, «Blood in the Machine», ο Αμερικανός συγγραφέας, Brian Merchant, υποστηρίζει ότι ο Λουδισμός δεν ήταν κατά της τεχνολογίας καθαυτής, αλλά υπέρ των δικαιωμάτων των εργαζομένων απέναντι στην αυτοματοποίηση.

Για την ιστορία, να πούμε, ότι στις 15 Δεκεμβρίου 1811, η εφημερίδα London Statesman εξέδωσε μια προειδοποίηση για την κατάσταση της βιομηχανίας καλτσών στο Νότιγχαμ. Είκοσι χιλιάδες εργάτες κλωστοϋφαντουργίας είχαν χάσει τη δουλειά τους εξαιτίας της εισβολής αυτοματοποιημένων μηχανημάτων. Οι μηχανές πλεξίματος, γνωστές ως «δαντελένια τελάρα», επέτρεπαν σε έναν εργαζόμενο να κάνει τη δουλειά πολλών χωρίς τις δεξιότητες που συνήθως απαιτούνταν.

Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, οι ταλαιπωρημένοι εργάτες είχαν αρχίσει να εισβάλλουν στα εργοστάσια για να σπάσουν τις μηχανές. «Εννιακόσια τελάρα δαντέλας έχουν σπάσει», ανέφερε η εφημερίδα.

Σε απάντηση, η κυβέρνηση είχε στείλει έξι συντάγματα στρατιωτών στην πόλη, σε μια εγχώρια εισβολή που εξελίχθηκε σε ένα είδος αργόσυρτου εμφυλίου πολέμου των ιδιοκτητών εργοστασίων, υποστηριζόμενων από το κράτος, εναντίον των εργατών.

Οι εργάτες που κατέστρεφαν τα δαντελένια τελάρα ήταν η ομάδα που αυτοαποκαλούνταν Luddites (Λουδίτες), από το όνομα του Ned Ludd, ενός (πιθανότατα φανταστικού) μαθητευόμενου εργάτη πλεκτών, ο οποίος λέγεται ότι επαναστάτησε εναντίον του αφεντικού του, καταστρέφοντας ένα τελάρο με ένα σφυρί.

Σήμερα, η λέξη «Λουδίτης» χρησιμοποιείται ως προσβολή για οποιονδήποτε αντιστέκεται στην τεχνολογική καινοτομία- υποδηλώνει αδαείς, κολλημένους στη λάσπη, εμποδίζοντες την πρόοδο.

«Οι Λουδίτες ζητούσαν εκδίκηση από την καινοτομία που τους κρατούσε ομήρους. Ήταν ακτιβιστές, πανκ και μασκοφόρες διασημότητες που υπερασπίζονταν την εξειδικευμένη εργατική τάξη, οι διάδοχοι του Ρομπέν των Δασών, ενός άλλου προϊόντος του Νότιγχαμ» γράφει ο Merchant βάζοντας το ιδεολογικό όριο ανάμεσα στην ανεξέλεγκτη χρήση της τεχνολογίας και στην ηθική.

Κάπου εκεί, σε αυτό ακριβώς το όριο, στέκεται και η θεατράλε κίνηση της Helen Mirren, τασσόμενη υπέρ της πρόσφατης, πολύμηνης απεργίας των σεναριογράφων και ηθοποιών του Χόλιγουντ -μέρος των αιτημάτων τους ήταν η νίκη του ανθρώπινου δυναμικού επί της AI παραγωγής. «Kudos» που θα λέγαμε στην καθομιλουμένη, θέλοντας να μιλήσουμε μια γλώσσα που δε θα γινόταν αντιληπτή από την τεχνητή νοημοσύνη.

SHARE THE STORY

Exit mobile version