Ελληνικό καλοκαίρι – Το τέλος του αυθορμητισμού

Το καλοκαίρι είναι μια εποχή που ταιριάζει με την πιο εξώπλατη διάθεσή μας και με τα πιο τρανσπαράν ένστικτά μας. Όχι πια.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Κάποια χρόνια πριν, σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, οι μικροί παραθεριστές αγοράζαμε εισιτήριο στο λιμάνι και όπου μέρα μας και όπου νύχτα μας. Ούτε κατάλυμα δεν είχαμε προβλέψει να διασφαλίσουμε -καλά, για μεταφορικό μέσο ούτε λόγος.

Έχω κοιμηθεί σε τραπεζαρία παραδοσιακού σπιτιού στο «φρύδι» της καλντέρας, στη Σαντορίνη, σε ένα ράντζο δίπλα σε μια χειροποίητη τραπεζαρία με βαρύ, σκούρο βυσσινί, βελούδινο τραπεζομάντηλο, πριν καν ανακαλυφθεί ο όρος Airbnb, και ούτε καν με ένοιαζε. Έχω περάσει τη νύχτα σε βεράντα της πλατείας Μαντώς στην άλλοτε μποέμ, ξεμαλλιασμένη από τον αέρα, Μύκονο και ένιωθα ότι πήρα το παράσημο της λεγεώνας των ρέμπελων.

Ήρθαμε όλοι αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα που λεγόταν «κράτηση» και booking.

Ο θρυλικός Σκοπελίτης μάς πήγαινε στις Μικρές Κυκλάδες και ας κούναγε ακόμα και με τρία μποφόρ, γράφοντας ιστορία στο Αιγαίο. «Φουρτούνα έπιασε ο καιρός, το κύμα αγριεύει, / όλα τα πλοία δέσανε, μα ένα ταξιδεύει. / Ο Σκοπελίτης είναι αυτός που κύμα δεν τον πιάνει / και έχει για καπετάνιο του πάντα εσένα, Γιάννη» έγραφε στο βιβλίο «Άμφια της Σμέρνας» ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης.

Μόνο το μαύρισμα προσέχαμε γιατί μόλις είχε γίνει viral η τρύπα του όζοντος και το φαινόμενο Ελ Νίνιο.

Κάπου εκεί, λίγο πριν την επέλαση της ηλεκτρονικής μουσικής, αποχαιρετώντας το Redemption Song του Μπομπ Μάρλεϊ ως χιλιοακουσμένο και το Electric Dreams των Human League σαν προπομπό της electronica, φορώντας αερόσολα της Nike αντί για σανδάλια από τον Μελισσινό και T-Shirt με στάμπα στη θέση των λινών πουκάμισων, ήρθαμε όλοι αντιμέτωποι με μια νέα πραγματικότητα που λεγόταν «κράτηση» και booking.

Ο υπερτουρισμός έχει αλλάξει τα πάντα. Την ώρα που οι περισσότεροι τουρίστες θέλουν να «ζουν σαν ντόπιοι» βιώνοντας μια αυθεντική εμπειρία κατά την επίσκεψή τους οι ντόπιοι αναγκάζονται να ζουν σαν τουρίστες.

Σε καμία περίπτωση, τότε, δε φανταζόμασταν αυτό θα συνέβαινε σήμερα, σε καμία περίπτωση δεν ονειρευόμασταν να κανονίζουμε για τις διακοπές μας τρεις μήνες πριν. Προσωπικά, μπορώ να πω, δε, ότι με αγχώνει περισσότερο η τόσο προκάτ διαδικασία της καλοκαιρινής ανάπαυλας από την ίδια την απουσία της. Ακραίο, αλλά ισχύει, για να χρησιμοποιήσω και δύο λέξεις του συρμού και της εποχής.

Τίποτα δεν είναι ίδιο πλέον -πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ο υπερτουρισμός έχει αλλάξει τα πάντα. Την ώρα που οι περισσότεροι τουρίστες θέλουν να «ζουν σαν ντόπιοι» βιώνοντας μια αυθεντική εμπειρία κατά την επίσκεψή τους οι ντόπιοι αναγκάζονται να ζουν σαν τουρίστες.

«Ο συνωστισμός αποτελεί πρόβλημα τόσο για τους ντόπιους όσο και για τους τουρίστες»

«Ο συνωστισμός αποτελεί πρόβλημα τόσο για τους ντόπιους όσο και για τους τουρίστες. Μπορεί να καταστρέψει την εμπειρία της περιήγησης στα αξιοθέατα για όσους παγιδεύονται σε μεγάλες ουρές, δεν μπορούν να επισκεφθούν μουσεία, γκαλερί και χώρους χωρίς κράτηση εκ των προτέρων, επιβαρύνονται με κλιμακούμενο κόστος για βασικά είδη όπως φαγητό, ποτό και ξενοδοχεία και αντιμετωπίζουν την αδυναμία να βιώσουν το θαύμα ενός τόπου σε σχετική απομόνωση. Η απουσία πραγματικών κανονισμών έχει οδηγήσει στο να αναλάβουν τα μέρη να προσπαθήσουν να καθιερώσουν κάποια μορφή ελέγχου του πλήθους, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχει συνοχή και καμία πραγματική λύση» αναφέρει το nationalgeographic.com σε σχετικό άρθρο του με τίτλο «Ποιο είναι το πρόβλημα με τον υπερτουρισμό;».

Για την ιστορία να πούμε ότι ο όρος «υπερτουρισμός» είναι σχετικά νέος, αφού επινοήθηκε πριν από μια δεκαετία για να επισημάνει την αύξηση του αριθμού των επισκεπτών που επιβαρύνει τις πόλεις, τα μνημεία και τα τοπία. Κι ενώ οι αριθμοί των τουριστών παγκοσμίως επιστρέφουν στα προ της πανδημίας επίπεδα, η συζήτηση γύρω από το τι συνιστά «υπερβολικό» αριθμό επισκεπτών συνεχίζεται και συνεχίζεται και συνεχίζεται.

Την ίδια ώρα που πολλοί προορισμοί, οι οποίοι εξαρτώνται από τα έσοδα που φέρνει ο τουρισμός -μεταξύ αυτών και η δική μας βαριά βιομηχανία- εξακολουθώντας να επιθυμούν τις αφίξεις, μια χούφτα μεγάλες πόλεις και τοποθεσίες επιβάλλουν τώρα απαγορεύσεις, πρόστιμα, φόρους και συστήματα χρονοθυρίδων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ξεκινούν ακόμη και εκστρατείες αποθάρρυνσης ή διαδηλώσεις σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τον αριθμό των τουριστών.

«Ο υπερτουρισμός βούλιαξε τα Κανάρια Νησιά» είδαμε σε πλακάτ να περνάει από μπροστά μας στα πρόσφατα σκρολαρίσματά μας.

Οδηγούμαστε σε ένα ατέρμονο μάτριξ κυνηγιού της μυθικής καλοκαιρινής ραστώνης, η οποία δε μένει πλέον εδώ.

«Ο υπερτουρισμός βούλιαξε τα Κανάρια Νησιά» είδαμε σε πλακάτ να περνάει από μπροστά μας στα πρόσφατα σκρολαρίσματά μας ενώ η Βενετία κόβει, πλέον, εισιτήριο των πέντε ευρώ για όσους επισκέπτονται την πλωτή πόλη για ημερήσια εκδρομή και καταφθάνουν πριν τις τέσσερις το απόγευμα.

Παράλληλα, κι ενώ η «δυναμική του ελληνικού τουρισμού που οδήγησε το 2023 σε καινούργια ιστορικά ρεκόρ εσόδων και αφίξεων διατηρείται και το 2024, με τις προβλέψεις να θέτουν τον πήχη των εσόδων στα 21 δισ. ευρώ» όπως γράφει ο ot.gr, ο μέσος Έλληνας παραθεριστής αλλάζει άρδην τις συνήθειες του, εκταμιεύοντας τριπλάσια ποσά (αλήθεια, αυτό με τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, τι φάση;) και κάνοντας προκρατήσεις (τραπέζι για τέσσερις στον Ντίνο της Καρδιανής, πέντε μέρες πριν) σε ένα ατέρμονο μάτριξ κυνηγιού της μυθικής καλοκαιρινής ραστώνης, η οποία δε μένει πλέον εδώ.

 

Επιμύθιο: Ελπίζω να μην επιβεβαιώσουμε τη φράση του Αμερικανού ταξιδιωτικού συγγραφέα Πολ Θερού: «Τα ταξίδια είναι μαγευτικά μόνο σε ανασκόπηση».

*Πηγή φωτογραφιών: Unsplash.com

SHARE THE STORY

Exit mobile version