«Είμαι χορτοφάγος, αλλά μπορεί να φάω και λίγο κρέας»: Είναι αυτός ο νέος βιγκανισμός;

Το vegan κίνημα διχάζεται μεταξύ της διατήρησης μιας αυστηρής στάσης ενάντια στην κατανάλωση κρέατος από τη μία, και της ενσωμάτωσης εκείνων που μπορεί μαζί με τη φυτική τους διατροφή να τσιμπήσουν ένα κομμάτι κανονικό τυρί. Μήπως γεννιέται ένα νέο είδος βιγκανισμού που μπορούμε όλοι να ακολουθήσουμε;

ΑΠΟ ΜΙΚΑΕΛΑ ΘΕΟΦΙΛΟΥ

Ο βιγκανισμός επεκτείνεται. Αυξάνεται και πληθύνεται. Είμαστε περιτριγυρισμένοι από vegan υποκατάστατα κρέατος, γάλακτος, τυριού, σαμπουάν, ντόνατς και tacos. Στην Αθήνα ξεφυτρώνουν vegan café αλλά και vegan επιλογές στο μενού αγαπημένων café. Τον Ιανουάριο, γνωστή εταιρεία fast food λάνσαρε μια vegan εκδοχή τηγανητού «κοτόπουλου», το οποίο αποτελείται από ένα μείγμα μανιταριών με 11 είδη βοτάνων και μπαχαρικών. Ωστόσο, τα νούμερα δεν βγαίνουν: Γιατί όσο το μάρκετινγκ φτιάχνει vegan προιόντα, οι vegan και οι χορτοφάγοι συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν ένα μικρό μέρος του γενικού παγκόσμιου πληθυσμού. Κάτι κρύβεται πίσω από αυτή την ανισορροπία; Γιατί σίγουρα δεν αγοράζουν μόνον οι vegan, τα vegan προϊόντα και τις υπηρεσίες.

Το να είσαι vegan είναι μια πρόκληση. Εκτός από το γεγονός ότι ζούμε σε μια κοινωνία με βάση το κρέας, η οποία οδήγησε στον «καρνισμό»- έναν επινοημένο όρο από την αμερικανίδα κοινωνική ψυχολόγο Melanie Joy, για να περιγράψει έναν κόσμο όπου το κρέας είναι ο κανόνας και περιλαμβάνεται στα περισσότερα μενού- υπάρχει και μία ανθρωπολογική και ψυχολογική δυσκολία έτσι όπως την περιγράφουν οι κοινωνικοί ψυχολόγοι: Σε μας τους ανθρώπους δεν αρέσει να ξεχωρίζουμε. Περισσότερο τείνουμε να ακολουθούμε τη συμπεριφορά της κοινωνικής μας ομάδας, της «αγέλης» μας.  Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το να βγάλει κάποιος το κρέας από τη διατροφή του, μπορεί να είναι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο. Γιατί δεν το κάνουν οι πολλοί, στους οποίους ανήκει.

Η αλήθεια είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που δηλώνουν χορτοφάγοι αισθάνεται άβολα να παραγγείλει ένα ξεχωριστό γεύμα όταν είναι σε μια παρέα ή να φέρει το δικό του vegan φαγητό σε μια οικογενειακή συγκέντρωση. Για να μην αναφέρουμε ότι κάποιοι απαρνήθηκαν τα σπιτικά βουτυρένια μπισκότα της γιαγιάς τους-προσβάλλοντάς την. Έτσι λοιπόν ένα υψηλό ποσοστό ατόμων που ξεκινούν μια χορτοφαγική ή vegan δίαιτα καταλήγουν να την εγκαταλείπουν. Ο ακτιβισμός έχει σήμερα τα όριά του. Ή μάλλον άλλα όρια. Το 2014, η Faunalytics, μία ΜΚΟ που κάνει έρευνες για να βοηθήσει τα ζώα, εξέτασε 11.500 καταναλωτές στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά που άρχιζαν μια vegan ή χορτοφαγική διατροφή και διαπίστωσε ότι, μέσα σε έξι μήνες, το 84% από αυτούς την είχαν παρατήσει.

Το 2016, η ισπανική εταιρεία συμβούλων Lantern αποφάσισε να αρχίσει να μελετά τους vegans. Μέχρι στιγμής έχουν παρουσιάσει τέσσερις εκθέσεις. Το 2021, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπήρξε «τσουνάμι» από καταναλωτές λαχανικών ή plant based προιόντων. Γιατί; Γιατί απλούστατα, η ετικέτα “χορτοφαγικό προιόν” χωράει στο καλάθι των  vegans, των vegetarians αλλά και flexitarians – εκείνων δηλαδή που καταναλώνουν σε μεγάλο βαθμό λαχανικά και όσπρια, αλλά που τρώνε και κρέας, από δύο έως τέσσερις φορές το μήνα, συμπεριλαμβανομένου του κόκκινου κρέατος,. Με βάση την έρευνά τους, που διεξήχθη μεταξύ 1.000 και 1.200 ατόμων, με μία αναγωγή, υπάρχουν περίπου 4,5 εκατομμύρια καταναλωτές λαχανικών, στη κοντινή μας Ισπανία, εκ των οποίων το 9% (3,5 εκατομμύρια) είναι flexitarians. Αυτή η τάση παρατηρείται σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο: στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι το 15% του πληθυσμού είναι flexitarians.

Στο πολύ γνωστό και ενδιαφέρον βιβλίο «Justice for Animals» -αν το βρείτε να το πάρετε-, η συγγραφέας του και διάσημη Αμερικανίδα φιλόσοφος Martha Nussbaum, γράφει ότι τρώει ψάρια επειδή πιστεύει ότι τα ψάρια δεν αναπτύσσουν σχέδια ζωής και το να τα σκοτώνεις ανώδυνα, αν έχουν ζήσει ελεύθερα, δεν είναι κατακριτέο. «Ανησυχώ λιγότερο να το κάνω αυτό από το να καταναλώνω 70 γραμμάρια πρωτεΐνης καθημερινά για να παραμείνω υγιής στην ηλικία μου».

Εδώ ταιριάζει και η φίλη που έχω: εγώ τη λέω ντεμέκ χορτοφάγο, εκείνη όμως έχει άλλη άποψη: «Είμαι vegan, αλλά μερικές φορές τρώω τυρί».

Τι γίνεται λοιπόν; Είναι αυτός ο νέος τρόπος χορτοφαγικής διατροφής, ο νέος βιγκανισμός; Γιατί αυτό δεν είναι σίγουρα vegan με την ακτιβιστική πατροπαράδοτη έννοια του όρου.  Ο βιγκανισμός είναι ένα πολιτικό-ηθικό κίνημα, είναι η διατροφική εκδήλωση ενός ηθικού αγώνα υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων, στα θεμέλια του οποίου κάποτε οι ακτιβιστές ήταν βυθισμένοι. Και τούμπαλιν (οι βιγκανιστές στα θεμέλια του ακτιβισμού). Τώρα υπάρχει πολύ περισσότερη «σύγχυση».

Eδώ ταιριάζει και η φίλη που έχω: εγώ τη λέω ντεμέκ χορτοφάγο, εκείνη όμως έχει άλλη άποψη: «Είμαι vegan, αλλά μερικές φορές τρώω τυρί». Τι γίνεται λοιπόν; Είναι αυτός ο νέος τρόπος χορτοφαγικής διατροφής, ο νέος βιγκανισμός;

Το 1980, ο κύριος λόγος για να γίνεις vegan ήταν η καλή μεταχείριση των ζώων, αλλά σήμερα, οι κύριοι λόγοι είναι η προσωπική υγεία και η κλιματική αλλαγή. Για τους σκληροπυρηνικούς βιγκανιστές η διαφορά του τότε με τώρα και του καθαρού βιγκανισμού με τον «ευέλικτο» είναι ότι στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για αλτρουισμό στη δεύτερη όχι και τόσο. Οι τελευταίοι έχουν πολύ αδύναμη ηθική. Το να βοηθάς τους άλλους είναι αυτό που σου δίνει εσωτερική δύναμη. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι κάνουν το βήμα από γνήσια ανησυχία για το περιβάλλον, ότι το κάνουν για τον πλανήτη, αλλά στην πραγματικότητα το κάνουν επειδή φοβούνται πολύ να σκεφτούν ότι όλα αυτά και η ζωή μας πρόκειται να τελειώσει. Υπάρχει μια εγωκεντρική συνιστώσα χορτοφάγων στην οποία, σύμφωνα με τους ακτιβιστές, το λόμπι των κρεατοφάγων χρησιμοποιεί «τακτικές φόβου», αντιμετωπίζοντας ανησυχίες για την υγεία που επίσης απομακρύνουν τους ανθρώπους από τον βιγκανισμό.

Δεδομένων  όμως όλων αυτών των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η αυστηρή vegan διατροφή και των υψηλών ποσοστών των ανθρώπων που εγκαταλείπουν των βιγκανισμό, το ευρύτερο κίνημα έχει ρίξει πλέον στο τραπέζι τη συζήτηση σχετικά με το εάν πρέπει να συμπεριληφθούν και άτομα που απλά ενδιαφέρονται να μειώσουν την κατανάλωση κρέατος. Η Καναδή ακτιβίστρια Jo Anderson, και Διευθύντρια Έρευνας στο Faunalytics, ενθάρρυνε τους ακτιβιστές να αφήσουν στην άκρη τον πουριτανισμό που κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται αποτυχημένοι αν δεν τα καταφέρουν να γίνουν αυστηροί χορτοφάγοι και να αγκαλιάσουν την όποια προσπάθεια βοηθήσει περισσότερο τα ζώα, τον πλανήτη, τον άνθρωπο.

Το 2017, ο Βέλγος ακτιβιστής Tobias Leenaert κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο «How to Create a Vegan World: a Pragmatic Approach», που σόκαρε πολλούς vegan ακτιβιστές, οι οποίοι θεωρούσαν τον Leenaert «προδότη» του κινήματος. Το μήνυμά του είναι ότι, σε μια κοινωνία όπως η δική μας, είναι καλύτερο να έχουμε μια πιο «ρεαλιστική» προσέγγιση στον βιγκανισμό. Με άλλα λόγια, εάν ο απώτερος στόχος είναι να μειωθεί η βλάβη στα ζώα, υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να επιτευχθεί εάν πολλοί άνθρωποι μειώσουν την κατανάλωση κρέατος, παρά εάν ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων αποκόψει τελείως τα προϊόντα κρέατος από τη διατροφή τους.

Η προσέγγιση του «προδότη» Leenaert βοήθησε να επιτευχθεί κάτι πρωτοφανές: η βελγική κυβέρνηση χρηματοδότησε ένα χορτοφαγικό πρόγραμμα στην πόλη της Γάνδης. Από το 2009, κάθε Πέμπτη, η πόλη γίνεται χορτοφαγική, με κάθε εστιατόριο να προσφέρει 100% μενού χωρίς κρέας.

Πρόσφατα, τα δημόσια σχολεία της πόλης εντάχθηκαν στην πρωτοβουλία και κάθε Πέμπτη, οι μαθητές έχουν ένα μενού χωρίς κρέας που αποτελείται από λαχανικά, δημητριακά και όσπρια.

Με λίγα λόγια ένας νέος τύπος βίγκαν γεννιέται που δεν πειράζει αν καμιά φορά είναι εθισμένος στο λιωμένο τυρί στην πίτσα, που τρώει τα λαζάνια από κανονικό ζυμάρι (και αν τα έφαγε κατά λάθος, δεν έχει ενοχέ) και αρνείται να κρίνει τον φίλο και συναγωνιστή vegan  που τρώει σούσι μια φορά το χρόνο επειδή είναι μέρος μιας παράδοσης που έχουν με τον θείο του.
«Είναι εύκολο να είσαι φιλόσοφος και να λες αλήθειες για τα δικαιώματα των ζώων. Είναι πολύ πιο δύσκολο να λερώσεις τα χέρια σου και να κάνεις τα σωστά πράγματα τη σωστή στιγμή για να κάνεις πραγματικά τη διαφορά», γράφει στο βιβλίο του ο Leenaert. «Αυτή είναι η τέχνη της υπεράσπισης υψηλού αντίκτυπου».

«Είναι εύκολο να είσαι φιλόσοφος και να λες αλήθειες για τα δικαιώματα των ζώων. Είναι πολύ πιο δύσκολο να λερώσεις τα χέρια σου και να κάνεις τα σωστά πράγματα τη σωστή στιγμή για να κάνεις πραγματικά τη διαφορά», γράφει στο βιβλίο του ο Leenaert. «Αυτή είναι η τέχνη της υπεράσπισης υψηλού αντίκτυπου».

Mε ακόμα λιγότερα λόγια, το να είσαι πιο επιεικής με τους ανθρώπους που μειώνουν την κατανάλωση κρέατος χωρίς να γίνονται 100% vegan, αυξάνει την αποδοχή του βιγκανισμού. Ακόμα κι αν αυτοί οι καταναλωτές δεν το βλέπουν ως την απάντηση που απαιτείται για να επιφέρουμε μια αλλαγή στη συμπεριφορά μας, θα καταλάβουν με τον καιρό ότι πρέπει να συμβεί η αλλαγή για να ζούμε σε έναν πιο ηθικό και βιώσιμο κόσμο. Χωρίς όμως το μαστίγιο και την αυτοτιμωρία κάθε φορά που η μπουκιά σου δεν ήταν plant based.

Μάλλον πρέπει να το καταλάβουμε: Σε έναν «ατελή» κόσμο σαν τον δικό μας, δεν μπορείς να είσαι ιδανικός vegan. Μπορούμε όμως να προσπαθήσουμε να αποφύγουμε την εκμετάλλευση των ζώων στο μέγιστο των δυνατοτήτων μας, να είμαστε περιβαλλοντικά υπεύθυνοι και να θέλουμε οι κοινότητες και οι κυβερνήσεις μας να κάνουν αυτές τις ηθικές πρακτικές, εύκολες και προσβάσιμες.

Εξάλλου όσο περισσότερο ο βιγκανισμός παρουσιάζεται ως εφικτός και διασκεδαστικός, παρά ως αυστηρός και περίπλοκος, τόσο περισσότεροι άνθρωποι θα προσπαθούν να είναι vegan. Αν επιτρέψουμε τις εξαιρέσεις, όλοι θα θέλουμε να γίνουμε σε ολοένα και περισσότερο βαθμό χορτοφάγοι. Μήπως να το αποφασίσουμε;

SHARE THE STORY

Exit mobile version