Λορίν Μπακόλ- Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ: Η χρυσή σφυρίχτρα, η διαφορά ηλικίας και η μεγάλη αγάπη

Λορίν Μπακόλ- Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ: Η χρυσή σφυρίχτρα, η διαφορά ηλικίας και η μεγάλη αγάπη 1
Getty Images/ Ideal Image

Η ιστορία πίσω από τον συνταρακτικό ειδύλλιο ανάμεσα στη Λορίν Μπακόλ, που έφυγε από τη ζωή στις 12 Αυγούστου του 2014, και τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ.

ΑΠΟ ΜΙΑ ΚΟΛΛΙΑ

«Αν έχεις ανάγκη κάτι, δεν έχει παρά να σφυρίξεις», είπε η Λορίν Μπακόλ στον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο «Λιμάνι της Αγωνίας», μια ατάκα που στιγμάτισε τη σχέση τους, αφού την ημέρα τους γάμου τους, ο Μπόγκαρτ θα της χαρίσει μια χρυσή σφυρίχτρα!

Τη 19χρονη καλλονή με τα καστανόχρυσα μαλλιά και τα καταπράσινα μάτια ανακαλύπτει ο κινηματογραφιστής Χάουαρντ Χοκς, τον Μάρτιο του 1843, όταν είναι ακόμα μανεκέν, ποζάρει για ένα εξώφυλλο του Harper's Bazaar και τη λένε Μπέτι Περσκ. Της δίνει έναν ρόλο το 1944 σε ένα ρομάντζο του Χέμινγουεϊ και το βλέμμα της είναι τόσο έντονο και χαρακτηριστικό, που αμέσως της προσδίδεται το παρατσούκλι «The Look». Εκεί θα γνωρίσει τον μεγάλο πρωταγωνιστή, στη «Σειρήνα της Μαρτινίκας».

Εκείνος, 25 χρόνια μεγαλύτερός της, είναι ήδη διάσημος σε ρόλους γκάγκστερ ή ντετέκτιβ, με απαράμιλλο στιλ που έχει λανσάρει με την περίφημη καμπαρντίνα του.

Θα παίξουν μαζί μόνο σε τέσσερις ταινίες: στην πρώτη τους, στον «Μεγάλο Ύπνο» του Χοκς το 1946, στη «Σκοτεινή Διάβαση» του Ντέιβις το 1947 και στη «Στη Βοή της Καταιγίδας» (Key Largo) του Χιούστον το 1948. Στο πλευρό του συμβολίζει την «καινούργια» γυναίκα, γεμάτη αυτοπεποίθηση, πλήρως απελευθερωμένη, που ταυτόχρονα διατηρεί ένα μυστήριο -μοιάζει να κρύβει καλά τα πάθη της.

Θα γίνουν το ιδανικό ζευγάρι. Εκείνος, στην προσωπική του ζωή, είναι ένας άντρας τρυφερός, ήρεμος, ηθικός, που μπορεί να βασιστεί πάνω του.

Από τα πρώτα «κλαπ» των γυρισμάτων της «Σειρήνας της Μαρτινίκας», οι δύο πρωταγωνιστές ερωτεύονται παράφορα, όπως άλλωστε απαιτούν και οι ρόλοι. Για τη νεαρή κοπέλα, ορφανή από πατέρα, ο Μπόγκι αντιπροσωπεύει την πατρική φιγούρα -εκείνος θα την αποκαλεί πάντα “baby”.

Ο Μπόγκαρτ πρέπει να περιμένει το διαζύγιο από τον τρίτο του γάμο. Εν τω μεταξύ τής εξομολογείται τον έρωτά του με ρομαντικά γράμματα: «Είσαι η τελευταία μου αγάπη, θα σ' αγαπώ μέχρι τις ύστατες ώρες της ζωής μου, θα γεράσω πλάι σου και θα σε προστατεύω πάντα».

Εκείνη θα βάλει λίγο στην άκρη την καριέρα της για χάρη του. Τον ακολουθεί παντού και θα αποχωριστούν μόνο για λίγο, το 1953, όταν η Μπακόλ γυρίζει μια ταινία στην Ιταλία.

Θα αποκτήσουν μαζί δύο παιδιά: τον Στέφεν το 1948 και τη Λέσλι το 1952. Το ζευγάρι όμως δεν θα απέχει και από τα κοινά: την εποχή του Μακαρθισμού, εκφράζουν αμφότεροι ανοιχτά τη γνώμη τους, παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις και οργανώνουν επιτροπές διαμαρτυρίας.

Ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ χάνει τη μάχη με τον καρκίνο το 1957. Είναι μύθος και όλοι θα αποκαλούν πια την Μπακόλ «η χήρα του Μπόγκι». Δεν θέλει όμως αυτό τον ρόλο, συνεχίζει να ενεργοποιείται πολιτικά, να παίζει σε ταινίες και μετά από ένα σύντομο δεσμό με τον Σινάτρα το 1958, θα παντρευτεί το 1961 τον ηθοποιό Τζέισον Ρόμπαρντς, με τον οποίο αποκτά ένα παιδί, τον Σαμ, και από τον οποίο θα χωρίσει το 1969.

«Σκέφτομαι συχνά τον Μπόγκι. Ημασταν ένα καταπληκτικό ζευγάρι». Εκείνος την έκανε να ανακαλύψει την ποιότητα της ζωής και το αληθινό πνεύμα της δουλειάς. Ολη της τη ζωή ακολουθεί την συμβουλή του: «Μην χάσεις ποτέ τον αυτοσεβασμό σου».

10 ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΑΜΕ

Το βιβλίο του William J. Mann «Bogie & Bacall: The Surprising True Story of Hollywood’s Greatest Love Affair»  (Η Αληθινή Ιστορία του Μεγαλύτερου Έρωτα του Χόλιγουντ) εξερευνά τη ζωή των δύο αξέχαστων αστέρων της χρυσής εποχής του κινηματογράφου. Ο Mann άντλησε υλικό από αρχεία, τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά, συμβουλεύτηκε τα κείμενα των φίλων τους Κάθριν Χέπμπορν και Τζον Χιούστον, και πήρε συνεντεύξεις από φίλους του ζευγαριού, πολλοί από τους οποίους δεν άνοιγαν το στόμα τους όσο η Μπακόλ ζούσε.

Το αποτέλεσμα είναι ένα ειλικρινές πορτρέτο, με τον συγγραφέα να λέει ότι δεν έχει σκοπό να «καταστρέψει τον θρύλο τους» αλλά να καταλάβει την ιστορία του ζευγαριού.

1. Η Μπακόλ, που ήταν Εβραία, αντιμετώπισε τον αντισημιτισμό στο Χόλιγουντ.

Γεννήθηκε ως Μπέτι Τζόαν Περσκ, η πολυαγαπημένη κόρη της Nάταλι Γουαϊνστάιν Μπακόλ, μιας Ρουμάνας μετανάστριας, και του Γουίλιαμ Περσκ -και οι δύο Εβραίοι. Αφού ο πατέρας της εγκατέλειψε την οικογένεια όταν η Μπέτι ήταν ακόμα κοριτσάκι, τη μεγάλωσε στο Μπρούκλιν η μητέρα της και η ευρύτερη οικογένειά της. «Το να είσαι Εβραία ήταν πάντα κάτι δεδομένο γι' αυτήν, σαν να είσαι δεξιόχειρας», γράφει ο Mann. Αλλά η Μπακόλ έχασε μια δουλειά ως μοντέλο εξαιτίας του αντισημιτισμού. Ακόμα και στον χώρο της ψυχαγωγίας, λίγοι ηθοποιοί εκείνη την εποχή ήταν ανοιχτά Εβραίοι. Ο Mann γράφει ότι πριν παντρευτούν, η Μπακόλ ρώτησε τον Μπόγκαρτ αν τον ένοιαζε που ήταν Εβραία και ο Μπόγκι εξεπλάγη που χρειάστηκε καν να το θέσει ως ζήτημα.

2. Η Λορίν ήταν πάντα Μπέτι μέσα της.

Όταν η Μπέτι Μπακόλ έφτασε στο Χόλιγουντ (μετά από μια εντυπωσιακή φωτογράφιση στο Harper's Bazaar της Diana Vreeland), ο σκηνοθέτης της «Σειρήνας της Μαρτινίκας», Χάουαρντ Χοκς, της είπε να αλλάξει το όνομά της σε Λορίν για να ταιριάζει με τον τύπο της «μικρής σουσουράδας» που προωθούσε το στούντιο για εκείνη. «Ήθελε να πω σε όλους στις συνεντεύξεις μου ότι ήταν το όνομα της προγιαγιάς μου», θυμόταν αργότερα η Μπέτι, κοροϊδεύοντάς το. Δεν της άρεσε το όνομα και δεν το χρησιμοποιούσε η ίδια· ούτε οι φίλοι της και η οικογένειά της, ούτε καν οι δημοσιογράφοι. Ήταν πάντα η «Μπέτι», εκτός από όταν υπέγραφε τις φωτογραφίες της, γράφει ο Mann.

3. Ο Μπόγκαρτ είχε παράξενη παιδική ηλικία.

Γεννημένος το 1899, μεγάλωσε στο Upper West Side του Μανχάταν, γιος μιας μεσαίας τάξης οικογένειας με πολύτιμες κοινωνικές γνωριμίες. Ο πατέρας του ήταν γιατρός της αριστοκρατίας, η μητέρα του επιτυχημένη εμπορική καλλιτέχνις, αλλά ο Mann τονίζει πως ήταν ψυχροί ως γονείς. Αυτό επηρέασε τις σχέσεις του Μπόγκαρτ με τα δικά του παιδιά και συνέβαλε στα διαρκή του θέματα ανασφάλειας. Αφού αποφοίτησε από δύο «αριστοκρατικά» σχολεία, ο Μπόγκαρτ πέρασε στην ηθοποιία στη νεότητά του και την αγάπησε, έχοντας αποφασίσει ότι αυτό ήταν το μόνο πράγμα όπου ήταν καλός, εκτός από το να κάνει ιστιοπλοΐα και να πίνει.

4. Επινε -πολύ.

«Ξεκίνησε να πίνει και να καπνίζει από μικρή ηλικία και δεν σταμάτησε μέχρι τον θάνατό του. Όμως οι επιπτώσεις στο σώμα και το πρόσωπο του Μπόγκαρτ ήταν εμφανείς, χωρίς να αναφέρουμε τις σχέσεις του με τις συζύγους, τα παιδιά, τους φίλους και τους συνεργάτες του. Φαινόταν πιο μεγάλος από όσο πραγματικά ήταν, έχασε νωρίς τα μαλλιά του και έπρεπε να φοράει περούκες και γενικά είχε προβλήματα με την υγεία του. Μετά από ένα σημείο, ο αλκοολισμός του απειλούσε τα πάντα, όλα όσα κατάφερε, την ίδια του τη φήμη ως ηθοποιού», γράφει ο Mann.

5. O Μπόγκαρτ δεν ήταν πάντα ο «κυνικός, σκληρός τύπος» που συχνά παρουσιαζόταν στις ταινίες.

«Ο πραγματικός Μπόγκαρτ ήταν πιο ήπιος, πιο ρομαντικός, πιο ποθητός από τον μύθο του», γράφει ο Mann. Ως παράδειγμα, ο Mann αναφέρει πως στον γάμο του με την Μπακόλ, τον Μάιο του 1945, έκλαιγε κατά τη διάρκεια της τελετής. «Ο Μπόγκι κλαίει στους γάμους. Είναι πολύ γλυκό αυτό», είχε πει κάποτε η Μπακόλ, σύμφωνα με τον συγγραφέα.

6. Το ζευγάρι ήταν ανάμεσα στους πρώτους διάσημους που έγιναν πολιτικοί ακτιβιστές.

Στάθηκαν υπέρ της δημοκρατίας που απειλούνταν στα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων κυνηγούσε τους «κόκκινους» του Χόλιγουντ. Πήγαν στην Ουάσιγκτον για να διαμαρτυρηθούν δημοσίως και να υποστηρίξουν τους φίλους τους που είχαν βρεθεί αντιμέτωποι με το κύμα της αντικομμουνιστικής παράνοιας. «Η γνήσια οργή τους για όλο αυτό που συνέβαινε, έδειξε ότι ήταν άνθρωποι με συνείδηση και συνέβαλε στον θρύλο τους», αναφέρει ο Mann. Ωστόσο, τελικά, εξαιτίας της δημόσιας κριτικής και των απειλών των στούντιο, αναγκάστηκαν να κάνουν πίσω και σε μια δημοσιογραφική συνέντευξη να πουν πως μισούν τους κομμουνιστές, «ακριβώς όπως κάθε άλλος αξιοπρεπής Αμερικανός».

7. Ο Μπόγκαρτ είχε ερωτική σχέση με τη δημιουργό περουκών του.

Ο Μπόγκαρτ ήταν πιστός στις συζύγους του, αλλά πριν από το τρίτο του διαζύγιο και τον γάμο του με την Μπακόλ, είχε μια μυστική σχέση διάρκειας τριών ετών με τη Βερίτα Πίτερσον από την Αριζόνα. Αργότερα, ο Μπόγκαρτ έπεισε το στούντιο να την προσλάβει ως δημιουργό περουκών, υπεύθυνη για την κατασκευή και την τοποθέτησή τους στα σετ των ταινιών του. Παρότι έξυπνη, η ανεξάρτητη Πίτερσον, δεν κατάλαβε ότι ο Μπόγκαρτ θα παντρευόταν την Μπακόλ -και αυτός δεν της είπε ποτέ αντίο. Το διάβασε στην εφημερίδα.

8. Η Μπακόλ ερωτεύτηκε τον Φρανκ Σινάτρα.

Οι Μπόγκαρτ ήταν κοντινοί φίλοι με τον Σινάτρα και η Μπακόλ στηρίχτηκε πάνω του κατά τη διάρκεια της αρρώστιας του συζύγου της. Μετά τον θάνατο του Μπόγκαρτ, ξεκίνησαν μια ασταθή σχέση, αλλά ποτέ δεν ήταν σαφές αν ο Σινάτρα ανταποκρινόταν στα συναισθήματά της. Κάποια στιγμή αρραβωνιάστηκαν, αλλά όταν η είδηση διέρρευσε, ο Σινάτρα, οργισμένος, κατηγόρησε την Μπακόλ και την άφησε. Οι υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων του Σινάτρα άρχισαν να λένε ότι η Μπακόλ ήθελε να παγιδεύσει τον Σινάτρα, αντανακλώντας τον μισογυνισμό της εποχής (και του ίδιου του Σινάτρα). Πενθώντας ακόμη τον Μπόγκαρτ, η Μπακόλ άφησε το Χόλιγουντ μέχρι το τέλος του 1958, μετακομίζοντας στην Ευρώπη και στη συνέχεια γύρισε πίσω στη Νέα Υόρκη, συντετριμμένη.

9. Χρειάστηκε δεκαετίες για να καλλιεργήσει τον μύθο της ερωτικής τους ιστορίας.

Η Μπακόλ έζησε σχεδόν 60 χρόνια μετά τον θάνατο του Μπόγκαρτ, οπότε είχε αρκετό χρόνο να διαμορφώσει την ιστορία τους όπως θα ήθελε. Το έκανε κυρίως μέσω παραλείψεων -δεν εστίασε στην απουσία του πατέρα της από τη ζωή της ή στον αλκοολισμό του Μπόγκαρτ, για παράδειγμα-, γράφει ο Mann. Στα απομνημονεύματά της (ανανέωσε το πρώτο της βιβλίο, το οποίο κέρδισε Εθνικό Βραβείο Βιβλίου δύο φορές) δεν ασχολήθηκε καθόλου με τις περιπέτειες του Σινάτρα και της Πίτερσον. Μέχρι τον θάνατό της, έκανε τα πάντα για να διασφαλίσει ότι θα μείνει στον κόσμο η πιο ρομαντική εκδοχή του δεσμού τους.

10. Ήταν ανθεκτική -«μια μαχήτρια της ζωής».

Όταν ο Μπόγκαρτ πέθανε, η Μπακόλ ήταν μόλις 32 ετών. Το 1961 παντρεύτηκε τον ηθοποιό Τζέισον Ρόμπαρντς -άλλον έναν βαρύ πότη, από τον οποίο πήρε διαζύγιο το 1969- και απέκτησε το τρίτο της παιδί, τον Σαμ Ρόμπαρντς. Η μετέπειτα μακρόχρονη καριέρα της ήταν γεμάτη με δεκάδες ρόλους στον κινηματογράφο και στο θέατρο, κερδίζοντας Τόνι για τις επιτυχίες της στα μιούζικαλ «Applause» (1970) και «Woman of the Year» (1981). Δούλευε μέχρι τα 80 της χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της ταινίας του 2010 «All at Sea» με τον Μπράιαν Κοξ, και πέρασε τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής της στο διαμέρισμά της στο Μανχάταν, με τον σκύλο της.

«Παρότι η Μπακόλ είναι ένας μύθος, ήταν μια γυναίκα που έπρεπε να ξεπεράσει πολλά εμπόδια για να τα καταφέρει και να γίνει μία από τις σπουδαίες μαχήτριες του Χόλιγουντ», γράφει ο Mann.

SHARE THE STORY