Τα μυαλά που κουβαλάς 2: Γιατί είναι η καλύτερη ταινία που είδα φέτος

Η ταινία είναι σαν μία συνεδρία στον ψυχοθεραπευτή. Και πιο οικονομική. Και πιο ευχάριστη. 

ΑΠΟ ΜΙΚΑΕΛΑ ΘΕΟΦΙΛΟΥ

Το 2015, όταν το «Τα μυαλά που κουβαλάς» βγήκε στους κινηματογράφους, είχα δει την ταινία με τον 8χρονο τότε γιο μου. Εάν και εσείς την είχατε δει οι δακρυϊκοί σας πόροι θα είναι ήδη προετοιμασμένοι για τη συνέχεια. Η πρωτότυπη ταινία επικεντρώνεται στη ζωή της Ράιλι, ενός χαριτωμένου, συνηθισμένου 11χρονου κοριτσιού. Αυτό που διακρίνει τη Ράιλι είναι ότι οι εσωτερικές της λειτουργίες αντιπροσωπεύονται ως ένα περίτεχνο βασίλειο με χαρακτήρες που ενσαρκώνουν τα βασικά της συναισθήματα. Για μεγάλο μέρος της ζωής της, αυτά τα συναισθήματα ενορχηστρώθηκαν από τη Χαρά, μια ξυπόλητη νεραιδούλα. Μόλις οι γονείς της Ράιλι μετακομίσουν ως οικογένεια σε μια νέα πόλη, όμως, η Θλίψη παίρνει τα ηνία και το κορίτσι μας πέφτει σε κατάθλιψη. Σ΄αυτόν τον υπέροχο κόσμο της Pixar, τα συναισθήματα βρίσκουν τελικά μια νέα αρμονική ισορροπία και η Ράιλι γίνεται ξανά ένα χαρούμενο παιδί.

Στο sequel της ταινίας «Τα Μυαλά που κουβαλάς 2» η Χαρά συνεχίζει να κάνει τα δικά της όμως ενσκύπτουν πια η Θλίψη, ο Θυμός, ο Φόβος και η Αηδία μέσα σε έναν φωτεινό πύργο που είναι το αρχηγείο, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο του μυαλού της Ράιλι – μια δαιδαλώδης έκταση που μοιάζει  εν μέρει με καρναβάλι, εν μέρει με βιομηχανική ζώνη – και την παρακολουθούν σε μια τεράστια οβάλ οθόνη, που σαν να βρίσκεται πίσω από τα μάτια της. Αυτά τα προσωποιημένα Συναισθήματα διαχειρίζονται και μερικές φορές διαταράσσουν τη σκέψη και τις ενέργειές της, μερικές φορές «πειράζοντας» ένα κέντρο ελέγχου, που μοιάζει με κονσόλα μίξης ήχου και γίνεται όλο και πιο περίπλοκη όσο μεγαλώνει. Μέχρι να τελειώσει η πρώτη ταινία, ένα νέο μυστηριώδες κουμπί με την ένδειξη «εφηβεία» έχει δημιουργηθεί στην κονσόλα. Μόλις ξεκινάει η ταινία αυτό το κουμπί έχει μετατραπεί σε κόκκινο συναγερμό.

Οι άνθρωποι που έφτιαξαν την ταινία, μίλησαν με ψυχολόγους που εξειδικεύονται σε θέματα εφηβείας.

Η εφηβεία προκαλεί προβλήματα στην Ράιλι (μερικά από αυτά είναι πολύ οδυνηρά, τα περισσότερα δεν εκπλήσσουν). Έχει περάσει σχεδόν μια δεκαετία από την κυκλοφορία της πρώτης ταινίας, αλλά το μομέντουμ της ταινίας είναι μαγικό: η ταινία ξεκινά με τη Ράιλι να σβήνει τα κεριά στην τούρτα των 13ων γενεθλίων της με μεταλλικά σιδεράκια στα δόντια της και ένα επίμονο σπυράκι στο πηγούνι της. Σύντομα μπαίνουν νέα συναισθήματα με επικεφαλής το Άγχος, που αναλαμβάνει τoν έλεγχο τόσο της κονσόλας όσο και της Ράιλι, με τη βοήθεια της Ζήλειας, της Ντροπής, και της αγαπημένης μου, και πάντα επιμελώς κουρασμένης Βαρεμάρας.

 

Σε σκηνοθεσία του Kelsey Mann, αυτό το βελτιωμένο sequel εστιάζει σε μεγάλο βαθμό στην κατασκήνωση χόκεϋ κοριτσιών, όπου πάει η Ράιλι, ένα γεγονός που τη χωρίζει από τους γονείς της και της φέρνει νέους φίλους, συναισθήματα και επιλογές. Όπως και στην πρώτη ταινία, η ιστορία μετατοπίζεται ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει μέσα στο κεφάλι της Ράιλι και σε αυτό που συμβαίνει καθώς περιηγείται στον κόσμο. Τα νέα συναισθήματά της τη βρίσκουν ανήσυχη, θυμωμένη, ντροπιασμένη και προσποιητά αδιάφορη και ενώ η Χαρά και τα υπόλοιπα  παλιά συναισθήματα είναι κάπως χιουμοριστικά, θα αισθανθείτε ότι οι σκηνοθέτες οδηγούν την Ράιλι προς τη συναισθηματική ευεξία. Οι άνθρωποι που έφτιαξαν την ταινία, μίλησαν με ψυχολόγους που εξειδικεύονται σε θέματα εφηβείας, τη Lisa Damour και τον Dacher Keltner που, όχι μόνον βοήθησαν ώστε να παρουσιαστούν με επιστημονική ακρίβεια τα συναισθήματα της εφηβικής ηλικίας αλλά είχαν λόγο ακόμα και στη χροιά της φωνής που θα εκπροσωπούσε το κάθε συναίσθημα.

Γιατί όσοι δεν έχετε ακόμα παιδιά στην εφηβεία καλό είναι να γνωρίζετε ότι ένα από τα πράγματα που συμβαίνουν όταν οι άνθρωποι γίνονται έφηβοι είναι ότι ο εγκέφαλός τους γίνεται πιο εκλεπτυσμένος και επιτρέπει συνειδητοποιημένα συναισθήματα. Πριν από την ηλικία των 13, τα παιδιά είναι συγκεκριμένα στη σκέψη τους. Δεν μπορούν πάντα να δουν τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Στη συνέχεια, γύρω στα 13 ή 14, η ικανότητα να απεικονίζει κανείς τον εαυτό του εξωτερικά, να φαντάζεται διαφορετικά σενάρια, συμβαίνει ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του εγκεφάλου.

Γι’ αυτό με την εφηβεία έρχεται και η δυνατότητα να ντρεπόμαστε και να φανταζόμαστε τι σκέφτονται οι άλλοι για εμάς. Ή να ζηλεύουμε. Να θέλουμε κάτι που έχει κάποιος άλλος και να θέλουμε να μάθουμε γιατί δεν το έχουμε εμείς. Η Αδιαφορία ως ρόλος στην ταινία είναι τόσο αστεία γιατί απεικονίζει τη φυσική περιφρόνηση και την υπερβολή που μπορούν να έχουν οι έφηβοι για τα πάντα. Από την άλλη ο φόβος είναι η απάντησή μας στην απειλή ακριβώς μπροστά μας, ενώ το άγχος απεικονίζει πράγματα που μπορεί να συμβούν.

Η ταινία είναι πολύτιμη καθώς δείχνει ότι αυτές οι εμπειρίες είναι φυσιολογικές και καθολικές. Δεν είναι ο μόνος που κάνει λάθη, παρασύρεται και καταρρέει.

Το sequel μιας ταινίας βασίζεται στη νοσταλγία, γι’ αυτό και υπάρχει και ομώνυμος ρόλος μιας κυρίας μέσα στην ταινία, επομένως είναι εύκολο να γοητευτείτε από την δεύτερη ταινία. Η ταινία είναι ένα τέλειο παράδειγμα της ικανότητας της Pixar να μετατρέπει τις ιδέες σε εικόνες, μερικές από τις οποίες στην πραγματικότητα καταφέρνουν να ξεφύγουν από την ασφάλεια της ωραίας κοσμοθεωρίας της με κραδασμούς που δείχνουν την υπεροχή της.

Σε προσωπικό επίπεδο την ταινία την είδα με μία μητέρα ενός φίλου του γιου μου και όχι με τους γιους μας –«μαμά είναι cringe να πάμε μαζί σε παιδική ταινία». Αν και θα ήθελα πολύ ο γιος μου να δει αυτήν την ταινία και να συνειδητοποιήσει ότι αν αποδεχτεί κάθε κομμάτι του εαυτού του – το καλό, το κακό και το άσχημο – όλα θα πάνε καλά. Αυτό βέβαια δεν είναι ρεαλιστικό. Όπως όλοι οι άλλοι, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις ανασφάλειές του που τροφοδοτούνται από την εφηβεία με την πάροδο του χρόνου και με τον δύσκολο τρόπο. Ωστόσο, η ταινία είναι πολύτιμη καθώς δείχνει ότι αυτές οι εμπειρίες είναι φυσιολογικές και καθολικές. Δεν είναι ο μόνος που κάνει λάθη, παρασύρεται και καταρρέει.

Φυσικά, τα μαθήματα της ταινίας δεν είναι πολύτιμα μόνο για όσους έχουν την ίδια ηλικία με την πρωταγωνίστρια. Εμείς οι ενήλικες δεν μάθαμε ποτέ ότι ήταν εντάξει να αποδεχόμαστε τα πιο ακατάστατα μέρη του εαυτού μας και ότι τα μέσα που τα ενθαρρύνουν μπορούν να αρχίσουν να θεραπεύουν τους εσωτερικούς μας εφήβους. Η ιδέα ότι όλοι χρειαζόμαστε χρόνο για να είμαστε λυπημένοι ή να βιώσουμε άλλα άβολα συναισθήματα είναι κάτι με το οποίο αγωνίζονται οι άνθρωποι όλων των ηλικιών. Η Pixar έχει χρησιμοποιήσει τον μοναδικό της τρόπο να εξερευνά το ανθρώπινο μυαλό για να υπενθυμίζει απαλά στο κοινό ότι αυτό που βιώνουν είναι φυσιολογικό. Η ταινία είναι σαν μία συνεδρία στον ψυχοθεραπευτή. Και πιο οικονομική. Και πιο ευχάριστη.

SHARE THE STORY

Exit mobile version