Υπόθεση Κωσταλέξι 2.0 – Ακούει κανείς;

Η φυλάκιση της 47χρονης Ελένης Καρυώτη το 1978 σε ένα χωριό της Φθιώτιδας από τα ίδια της τα αδέρφια είχε συγκλονίσει την άναλογκ Ελλάδα. Σαράντα έξι χρόνια μετά μια παρόμοια περίπτωση αυτοσχέδιου εγκλεισμού μιας 29χρονης στην Καλαμάτα από τους θετούς γονείς της καλύπτεται με μερικά άρθρα στο χαοτικό σύμπαν του ντίτζιταλ.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

«Σε όλη μου τη ζωή, δεν ήξερα αν πραγματικά υπήρχα. Αλλά υπάρχω και οι άνθρωποι αρχίζουν να το παρατηρούν» λέει ο Άρθουρ Φλεκ, ο ήρωας της ταινίας Joker για να ξεκαθαρίσει, λίγη ώρα αργότερα, και αφού έχει πάρει την κατάσταση στα χέρια του με τον χειρότερο τρόπο: «Τι δίνεις σε μια κοινωνία που δε νοιάζεται; Αυτό που της αξίζει».

Το 1978 η Ελλάδα μάθαινε τα νέα από τις εφημερίδες, την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τα καφενεία και τους ταξιτζήδες. Τότε λοιπόν, σε εκείνη την καθόλου ρομαντική, αλλά σίγουρα νοσταλγική εποχή, η υπόθεση Κωσταλέξι είχε τραβήξει το ενδιαφέρον όλων, μύθοι και αλήθειες είχαν στήσει τρελό χορό γύρω από τη φωτογραφία μιας γυμνής γυναίκας-αγρίμι με φουντωτά μαύρα μαλλιά, φήμες και σχόλια έχτιζαν τον μύθο της μεγάλης ανατριχίλας μιας ολόκληρης χώρας.

«Την κρατούσαν φυλακισμένη 29 ολόκληρα χρόνια. Μπήκε νέα 18 ετών και βγήκε 47 ετών» σχολίαζαν οι πηχυαίοι τίτλοι των εφημερίδων.

«Η «υπόθεση Κωσταλέξι πέρασε τα ελληνικά σύνορα και έγινε γνωστή σε Ευρώπη και Αμερική όπου έγινε μάλιστα πρώτο θέμα σε πολλά μέσα. Παράλληλα, στο Κωσταλέξι έφταναν ακόμα και τουρίστες» γράφει ο αστυνομικός συντάκτης Πάνος Σόμπολος στο βιβλίο του «Τα τραγικά γεγονότα της τελευταίας τριαντακονταπενταετίας» ξεκαθαρίζοντας την ήρα από το στάρι.

Unsplash.com

«Στον Τύπο γράφτηκαν πάρα πολλά που δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Τις πρώτες μέρες γραφόταν ότι όταν ήταν νεαρή η Ελένη, ερωτεύτηκε έναν δάσκαλο, τον Τόλη, που επισκεπτόταν τους συγγενείς του στο Κωσταλέξι. Επειδή αυτός ήταν κομμουνιστής, οι γονείς της δεν τον ήθελαν, η Ελένη τρελάθηκε και οι γονείς της τη φυλάκισαν. Αργότερα, ο δάσκαλος έγινε αντάρτης, τον οποίο οι εθνικόφρονες γονείς της και ιδιαίτερα ένας θείος της, δεν ήθελαν και την έκλεισαν στο σπίτι. Η κλεισούρα την οδήγησε στη σχιζοφρένεια», συνεχίζει ο Πάνος Σόμπολος για να καταλήξει στο εξής:

«Μια τρίτη εκδοχή ήταν ότι η Ελένη ερωτεύτηκε έναν αντάρτη ο οποίος σκοτώθηκε από έκρηξη κοντά στο σπίτι της κι από τότε, σάλεψε το μυαλό της. Κάποια εφημερίδα μάλιστα, αποκάλυψε ότι ο μεγάλος της έρωτας ήταν κάποιος άλλος, όχι ο Τόλης και ήταν τότε (1978) κτηνίατρος. Τίποτα από αυτά δεν ίσχυε. Μάλιστα, ο δάσκαλος που υποτίθεται ότι έγινε αιτία για να τρελαθεί η Ελένη, σε επιστολή του στα Κωσταλεξιώτικα Νέα, στις 14 Νοεμβρίου 1978, έγραψε μεταξύ άλλων: “Ουδεμία σχέση έχω με τα αναγραφέντα και διαψεύδω κατηγορηματικά, σαν αναληθή και τελείως φανταστικά, τα όσα γράφτηκαν γύρω από το άτομό μου απ’ οποιαδήποτε πηγή κι αν προέρχονται”».

Σαράντα έξι χρόνια μετά, η είδηση που κάνει έναν μικρό γύρο στα ντίτζιταλ χωράφια της νοτιομεσογειακής μας χώρας είναι η υπόθεση της 29χρονης Μαριάννας, σε κάποιο χωριό της Μεσσηνίας, που ζει σε πρόχειρα κατασκευασμένα ξύλινα κλουβιά καρφωμένα με πρόκες από τους ίδιους τους θετούς γονείς της.

Αφού η Ελένη «σώθηκε» από τους δυνάστες της, οι οποίοι ήταν η ίδια της η οικογένεια, και συνέχισε να ζει μαζί τους μια ας πούμε κανονική ζωή κουβαλώντας την ξεσκισμένη ψυχή της, χάθηκε για πάντα ένα πρωινό του 1998 και κανείς δεν την είδε ούτε άκουσε για αυτήν τίποτα έκτοτε.

Σαράντα έξι χρόνια μετά, η είδηση που κάνει έναν μικρό γύρο στα ντίτζιταλ χωράφια της νοτιομεσογειακής μας χώρας είναι η υπόθεση της 29χρονης Μαριάννας, σε κάποιο χωριό της Μεσσηνίας, που ζει σε πρόχειρα κατασκευασμένα ξύλινα κλουβιά καρφωμένα με πρόκες από τους ίδιους τους θετούς γονείς της.

«Ήταν κοινό μυστικό πως η 29χρονη βρισκόταν σε μια "φυλακή" που επιβάρυνε την κατάστασή της. Πολλοί εκπρόσωποι Αρχών, γνώριζαν ότι οι ανάδοχοι γονείς είχαν την Μαριάννα σε αυτές τις συνθήκες, και απλά την συντηρούσαν ως "αγρίμι" σε κλουβί. Οι υποψίες αυτών των εκπροσώπων ήταν ότι οι ανάδοχοι την είχαν απλά για τα επιδόματα. Και πάλι όμως έμειναν άπραγοι» διαβάζουμε στα σχετικά ρεπορτάζ.

Unsplash.com

Η ανάδοχη οικογένεια είχε πάρει τη Μαριάννα από φιλικό τους ζευγάρι, όταν εκείνη ήταν 20 μηνών. Όσο μεγάλωνε, διαπίστωσαν ότι είχε κάποιες νοητικές ιδιαιτερότητες. Η Μαριάννα έχοντας την υποστήριξη του ιδρύματος που είχε συμβάλει στην αναδοχή, φοιτούσε στο σχολείο και λάμβανε την απαραίτητη φαρμακευτική αγωγή. Όλα άλλαξαν όταν το 2011 η οικογένεια μετακόμισε στην Καλαμάτα. «Αναγκαστήκαμε αφού ήταν επιθετική. Όπως σιγά σιγά την κλείσαμε, έτσι σιγά σιγά θέλαμε να την ανοίξουμε με τους ειδικούς, αλλά δεν βρέθηκε ποτέ κανείς.

Από την ώρα που την πήραμε, ζητάμε βοήθεια. Από γιατρούς, από κοινωνική υπηρεσία. Χωρίς γιατρό δεν γίνεται τίποτα. Κανείς. Το είδανε όποιοι το είδανε, αδιαφόρησαν όλοι. Δεν έχω αφήσει κανάλι που να μην το έχω ανεβάσει. Από εκεί και μετά τι άλλο μπορούσα να κάνω» λέει η ανάδοχη μητέρα της 29χρονης Μαριάννας, περιγράφοντας μια ζοφερή κατάσταση, η οποία ενοχλεί, ενδεχομένως δυσαρεστεί, αλλά σε καμία περίπτωση δε σοκάρει, πλέον, την αντικραδασμική στην καφρίλα κοινωνία, που έχει εκπαιδευτεί να αντιδρά στις χοντράδες, τις ανισότητες και την αδικία με τον ίδιο ανάλαφρο τρόπο που πατάει καρδούλα ή δακρυσμένη φατσούλα στα σόσιαλ μίντια.

«Το χειρότερο μέρος του να έχεις μια ψυχική ασθένεια είναι ότι οι άνθρωποι περιμένουν να συμπεριφέρεσαι σαν να μην έχεις», λέει ο Άρθουρ Φλεκ στο Joker. Δίκιο έχει.

SHARE THE STORY

Exit mobile version