Με κίνδυνο να ακουστώ σαν ξινισμένη μυζήθρα πολύχρονης ωρίμανσης ή έστω σαν παρωχημένη μεσήλικας της άλλοτε ακμάζουσας Gen X, τολμώ να δηλώσω ότι η Kim Kardashian και το σινάφι της, ουδέποτε μου γέμισαν το μάτι, δεν φώλιασα ποτέ στο όποιο, αφαιρετικό στυλ τους και δεν επιθύμησα σε καμία περίπτωση αυτές τις αναλογίες -πόσο μάλλον να τις προσθέσω τεχνηέντως πάνω μου.
Και αυτή η άρνησή μου και η ουσιαστική αδιαφορία μου για τα είδωλα / πολυεκατομυριούχους αυτόχθονες του ίνσταγκραμ και των τηλεοπτικών ριάλιτι τύπου «σε αφήνω να πάρεις μάτι τη ζωή μου άρα υπάρχω», είναι σταθερή μέσα στα χρόνια, δεν έχει αλλάξει τώρα, που η Kim δεν γκελάρει τόσο στην ψηφιακή, ή όποια άλλη πραγματικότητα.
«Φαίνεται ότι ο καρντασιανισμός, αυτή η νέα θρησκεία αισθητικής αποτελμάτωσης, έχει βαλθεί να κυριαρχήσει, κουβαλώντας τα χειρότερα χαρακτηριστικά των θρησκειών: φανατισμό, αποχαύνωση, μπαναλαρία και τυφλή πίστη» είχα σχολιάσει το 2016, στο μέσο το οποίο εργαζόμουν τότε, με αφορμή κάποιες εμφανίσεις στη Μόστρα, συνεχίζοντας:
«Κι όπως στους θρησκευόμενους ανθρώπους αρέσει να έχουν την ησυχία τους και αποφεύγουν να βασανίζουν το μυαλό τους με θεμελιώδη ερωτήματα, έτσι και στους καρντασιανιστές βασιλεύει η μακαριότητα. Και η απόλυτη σιγουριά στον εαυτό τους. Δυο στοιχεία που, ευτυχώς, προμηνύουν ένα άδοξο τέλος».